Σάββατο 8 Νοεμβρίου 2014

"Η σταθερότητα στην εκμάθηση ξένης γλώσσας μας κάνει ανταγωνιστικούς."




Έχει πλέον γίνει αντιληπτό ότι η ξένη γλώσσα και η καλή της χρήση συμπεριλαμβάνεται στα πρώτα και  πιο σημαντικά κριτήρια όσον αφορά στις προσλήψεις όχι μόνο στο εξωτερικό αλλά και στο μεγαλύτερο ποσοστό θέσεων εργασίας στην Ελλάδα. Όμως ακόμα πιο πριν από το στάδιο αυτό για να συνεχίσει κανείς την εκπαίδευσή του σε οποιοδήποτε τομέα θέλοντας να αποκτήσει κάποιο μεταπτυχιακό τίτλο σπουδών χρειάζεται απαραίτητα να προσκομίσει πιστοποιητικό που να αποδεικνύει την άριστη γνώση της γλώσσας στην οποία γίνονται τα μαθήματα. Τεράστιος ανταγωνισμός λοιπόν, ειδικά σήμερα που οι θέσεις εργασίας είναι πλέον περιορισμένες.

Ποίοι είναι λοιπόν αυτοί οι υποψήφιοι που θα επιλεχθούν ανάμεσα σε χιλιάδες για να παρακολουθήσουν τα μεταπτυχιακά προγράμματα της αρεσκείας τους ή τελικά θα ξεχωρίσουν για να είναι εκείνοι που θα συμπληρώσουν μια πολυπόθητη θέση εργασίας; Φυσικά υπάρχουν παράμετροι που δεν μαθαίνονται αλλά θα πρέπει κανείς να τους έχει αναπτύξει ως κομμάτια της προσωπικότητάς του όπως φιλοδοξία, επιμονή, υπομονή, πάθος και όρεξη για δουλειά. Τα χαρακτηριστικά αυτά δεν αποκτούνται από τη μια στιγμή στην άλλη και δεν φαίνονται από μια απλή συνάντηση ή συνέντευξη με τον ενδιαφερόμενο. Υπάρχει όμως τρόπος να φανούν μέσα από ένα σωστό βιογραφικό το οποίο θα αποκαλύπτει σταθερότητα από μικρή ηλικία, συνέχεια και συνοχή μεταξύ των επιτευγμάτων και της μόρφωσης, κατά κάποιον τρόπο το χαρακτήρα του ατόμου, τις φιλοδοξίες του, τις επιλογές και τις προσπάθειές του.

Τι σημαίνει όμως σταθερότητα και συγκέντρωση στο στόχο; Ας πάρουμε για παράδειγμα την ξένη γλώσσα για την οποία ξεκινήσαμε και να μιλάμε. Ένα παιδί συνήθως ξεκινάει μια ξένη γλώσσα ιδανικά όταν πλέον έχει φτάσει στη Β’ Δημοτικού. Αν η αρχή του είναι σωστή και σταθερή καταφέρνει αισίως και με σταθερά βήματα να εξασφαλίσει το πρώτο του πιστοποιητικό επιπέδου Β2 στην Γ’ Γυμνασίου. Αυτό σημαίνει ότι ο μαθητής έχει ήδη 8 χρόνια επαφής και τριβής με τη γλώσσα και γνωρίζει να τη χειρίζεται και να επικοινωνεί σε αυτή σε ένα χαμηλό αλλά επαρκές για την επικοινωνία επίπεδο. Είναι όμως το επίπεδο αυτό αρκετό για να ξεχωρίσει ανάμεσα σε τόσους άλλους όταν θα έρθει η ώρα να φανεί ανταγωνιστικός; Εύκολη η απάντηση σε αυτό το ερώτημα αν αναλογιστούμε τον αριθμό των υποψηφίων που θα ανταγωνιστεί. Δεν είναι λοιπόν αρκετό. Για αυτό το λόγο ο μαθητής θα συνεχίσει -αν έχει σκεφτεί μακροπρόθεσμα- την ξένη γλώσσα και ένα χρόνο μετά δηλαδή στην Α’ Λυκείου θα έχει αποκτήσει ένα δεύτερο πιστοποιητικό επιπέδου C1 ή και C2 αν αποφασίσει να ακολουθήσει υπερεντατικά μαθήματα για να κατακτήσει και το τελευταίο σκαλοπάτι. Το αν βέβαια η απόκτηση του πιστοποιητικού είναι τελικά ο στόχος είναι μια άλλη ιστορία που θα πρέπει βέβαια να ληφθεί σοβαρά υπ’ όψιν διότι ο ανταγωνισμός δεν κάνει αστεία και το πιστοποιητικό από μόνο του δεν αποτελεί καμία απόδειξη για τον εκάστοτε εργοδότη ή πανεπιστημιακό ίδρυμα. Η γνώση αυτή που θα αποκτήσει ο μαθητής στην Α’ Λυκείου θα πρέπει να τον ακολουθήσει περίπου 6-7 χρόνια μετά που θα καλεστεί να την πιστοποιήσει ξανά σε πραγματικό χρόνο.

Ας γυρίσουμε λοιπόν στον παράγοντα σταθερότητα. Η βαθιά γνώση και χρήση της ξένης γλώσσας δεν είναι απλά ένα πακέτο γραμματικών φαινομένων και λεξιλογίου αλλά αποτέλεσμα συχνής χρήσης της και συνεχούς έκθεσης σε αυτήν. Με λίγα λόγια η συνεχής τριβή είναι αναγκαία. Μια γλώσσα αναπτύσσεται και «χωνεύεται» με τον καιρό. Όσο περισσότερο καιρό την μαθαίνεις τόσο καλύτερος γίνεσαι. Οι σπασμωδικές λοιπόν κινήσεις διακοπής και έναρξης μαθημάτων αναλόγως το ετήσιο βεβαρημένο ή μη πρόγραμμα του καθενός οδηγούν σε έλλειψη αυτοπεποίθησης και την παραμέληση ανάπτυξης της γλώσσας που αργότερα  θα καλεστεί να αποδείξει ότι γνωρίζει. Μαθήματα τελευταίας στιγμής για την απόκτηση ενός πιστοποιητικού είναι συνήθως η προσωρινή λύση που άλλοτε σε πρώτη φάση πετυχαίνει και άλλοτε όχι αφήνοντας τον υποψήφιο πίσω να συμβιβάζεται με επιλογές που δεν έχουν τόσο «υψηλές» για αυτόν απαιτήσεις. Ως αποτέλεσμα χάνει πολλές ευκαιρίες που κατά τα άλλα θα μπορούσε να ανταπεξέλθει και η ζωή του ίσως να πάρει άλλη πορεία ή να καθυστερήσει να φτάσει τον αρχικό του στόχο για χρόνια.


Η πρόγνωση,  η σταθερότητα και ο σωστός προγραμματισμός από την πλευρά των γονιών είναι απαραίτητοι παράγοντες όταν καλούνται να πάρουν αποφάσεις που αφορούν την εκπαίδευση των παιδιών τους όσο είναι ακόμα σε μικρή ηλικία και έχουν όλο το χρόνο μπροστά τους να εξυψώσουν την ανταγωνιστικότητά τους, όσο και μακροπρόθεσμος και να φαίνεται ο στόχος αυτός. Αυτό σημαίνει « Έκανα ότι καλύτερο μπορούσα…»

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου